Ο Πόλεμος
και το Στρατιωτικό Νοσοκομείο
Ο Μανώλης Νουκάκης γράφει στις χειρόγραφες σημειώσεις του «…συνεπαρμένος από της νίκες του στρατού μας στην Αλβανία κρυφοκαμάρωνα που πήγαινα να υπηρετήσω {…}. Αργότερα θυμήθηκα τα λόγια του διευθυντή μου Ανδρέα Ζωγράφου, της εφημερίδας «Ανόρθωσις». Ήμουν στα γραφεία της εφημερίδας. Παρακολουθούσα ειδήσεις από το ραδιόφωνο. Κατέγραφα ονόματα τραυματιών από την Κρήτη για δημοσίευση. Τότε άκουσα το κάλεσμα... "Καλούνται προς κατάταξιν οι στρατεύσιμοι της κλάσεως 1941 οι ανήκοντες εις το σώμα του μηχανικού και καταγόμενοι από τις εξής περιφέρειες… Νομού Ρεθύμνης…κ.λπ». Σε λίγη ώρα πάω στο γραφείο του Ζωγράφου και του το είπα: Στρατεύομαι κύριε διευθυντά. {…} Τότε ο Ζωγράφος με ένα ύφος πολύ λυπημένο και αγανακτισμένο, είπε, "Τους ανόητους!!" Σα να ‘λεγε δηλαδή τι θα τα κάνουνε τα παιδιά τώρα που έρχεται μεγάλη θύελλα από την ήδη υπάρχουσα του πολέμου της Αλβανίας…».

Κατατάχθηκε τον Μάρτιο του 1941…
«…Φτάσαμε στα Χανιά. Βρήκα τους κληρωτούς σε ένα στρατώνα. Έμεινα εκεί μία εβδομάδα. Το βραδάκι της 5ης Απριλίου 1941 μας βάλανε στα πλεούμενα και ξεκινήσαμε από τη Σούδα για τον Πειραιά…»
Τα ξημερώματα έφτασαν στον Σαρωνικό και από το κατάστρωμα συνειδητοποιεί ότι πολεμικά καράβια τους συνόδευαν όλη νύχτα για τον κίνδυνο τορπιλισμού.
«Τα ιταλικά υποβρύχια αλωνίζανε τις θάλασσες, αυτό το είχα ξεχάσει. Είχαμε όμως εκτός από τα καράβια τα δικά μας και την επικουρία των καραβιών της Αγγλίας…»
Στο κατάστρωμα θα συναντήσει «στρατευμένο και αγύμναστο», όπως αναφέρει ο Νουκάκης τον διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου, τον αρχαιολόγο Νικόλαο Πλάτωνα.
«Μπήκαμε στο λιμάνι του Πειραιά τα ξημερώματα της 6ης Απρίλη 1941 {…}. Δεν είχε πλευρίσει ακόμη το καράβι μας κι έμαθα το φοβερό νέο. Η Γερμανία μας επετέθη από τα βόρεια σύνορά μας…».
Παρουσιάζεται μαζί με άλλους κρητικούς κληρωτούς στους στρατώνες του μηχανικού, που τα κτίρια τους βρίσκονταν στο Ρουφ, λίγο πιο κάτω από την Ομόνοια και δίπλα στις γραμμές του σιδηροδρόμου. Κατατάχθηκε στον 11ο Λόχο σκαπανέων…
Η κατάρρευση του Μετώπου συμπίπτει με την άφιξη του Νουκάκη στην Αθήνα. Ο Μανώλης Νουκάκης εισάγεται στο 8ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών, στο ωτορινολαρυγγολογικό τμήμα και στις 6 Αυγούστου του 1941 διακομίζεται στο 3ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο με πρόβλημα στο ισχίο. Κατά την παραμονή του ως νοσηλευόμενος και χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τεμάχια από σαπούνι ή άλλα πρόσφορα υλικά, σκάλιζε μικρές προτομές των λοιπών νοσηλευομένων στο Νοσοκομείο.
Τα γλυπτά, τα οποία κατόρθωνε να φτιάχνει κατά την παραμονή του στο Στρατόπεδο, συνήθως από ευτελή υλικά (λάσπη ή τεμάχια από σαπούνι), λόγω ελλείψεως άλλων περισσότερο πρόσφορων υλικών, προσείλκυσαν την προσοχή και απέσπασαν τον θαυμασμό ενός φιλότεχνου, φιλόμουσου και ανθρωπιστή Αυστριακού Αξιωματικού, και αυτό βοήθησε τον Μ. Νουκάκη, ώστε να αποφύγει την εκτέλεση και τελικά να σώσει την ζωή του.
Χρόνια αργότερα διερωτάτο πολλές φορές, τί να απέγιναν τα μικρά αυτά έργα του:
«Λες άραγε, έλεγε καμιά φορά, να βρίσκονται σε καμιά σοφίτα ή ίσως σε κάποια βιτρίνα κάπου στην Αυστρία ή στην Γερμανία, και οι σημερινοί κάτοχοι να θυμούνται αμυδρά, ότι ο παππούς ή ο προπάππος τα είχε φέρει από την Ελλάδα..;»

