Το βοσκάκι
Τα πρώτα χρόνια στις Κουρούτες Αμαρίου
Στη μέση πάνω κάτω της Κρήτης στέκεται ο ιερός Ψηλορείτης. Στη μαζική ρίζα του, καταντίκρυ του Λιβυκού πελάγου είναι χτισμένο ένα μικρό χωριό, Κουρούτες το όνομά του. Οι χτίστες του χωριού καταπιάνονται με τη βοσκική και το αλέτρι. Τα χωράφια είναι φτενά όλο πέτρα. Το διάφορο είναι λίγο. Σε τούτο το ριζοβουνίτικο χωριό πρωτοείδα το φως του ήλιου το Νοέμβριο του 1920…

Το πρώτο μου σπίτι
Ο Εμμανουήλ Νουκάκης γεννήθηκε στις Κουρούτες Αμαρίου του νομού Ρεθύμνου της Κρήτης.
Γονείς του ήταν ο Αντώνιος και η Ζαχαρένια Νουκάκη, το γένος Καπελώνη. Το επώνυμο αρχικά ήταν «Νούκος» και η οικογένεια του πατέρα καταγόταν από το Νεύς Αμαρίου. Η μητέρα του ήταν γνήσια Κουρουθιανή και το ζεύγος εγκαταστάθηκε στις Κουρούτες.
Η οικογένειά του ασχολείτο με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, όπως συνέβαινε τότε με τις περισσότερες οικογένειες των οικισμών της υπαίθρου της Κρήτης.
Ο Μανώλης φοιτά στο Δημοτικό σχολείο. Παράλληλα βόσκει τα πρόβατα του πατέρα του στην περιοχή των Κουρουτών και στις πλαγιές του Ψηλορείτη. Στο βουκολικό αυτό περιβάλλον σκαλίζει σε ξύλο ή πέτρα ή άλλα πρόσφορα υλικά, διάφορα έργα και δημιουργεί ανάγλυφα ή ολόγλυφα τεχνουργήματα, χωρίς ποτέ να έχει δει υποδείγματα ή πρότυπα ώστε να τα αντιγράψει.
Το αγαπημένο μου βουνό ο Ψηλορείτης μου έδωσε τις πρώτες θολές μπορώ να πω καλλιτεχνικές εντυπώσεις. Σχήματα βράχων, ή οξειδώσεις από το πέρασμα του καιρού, κορμοί και ρίζες πρίνων, μου παρουσίαζαν ανθρώπους, ζώα, δράκοντες. Δεν είχα τελειώσει ακόμα το δημοτικό σχολείο και δούλεψα το ξύλο του πρίνου κάνοντας εξαρτήματα για τα αλέτρια τα ξύλινα που ήταν τότε τα μόνα εργαλεία για το όργωμα. Εκείνο όμως που μου έκανε μεγάλη εντύπωση είναι ένα ξύλινο κουτάλι με ολόγλυφη παράσταση δράκοντα στο πίσω μέρος {…}. Μου το έδωσε ένας βοσκός που το είχε μέσα στη βούργια του, σακούλι για το ψωμοτύρι. Δεν μπορείς να κάμεις τούτο το πράγμα μου είπε. Πεισμάτωσα. Δούλεψα {…} μερικά τέτοια κουτάλια ξυλόγλυπτα {…} σε ξύλο σφεντάμι ή αγριαχλαδιά τα “μητατοκούταλα”. Είναι κουτάλια ιδιόρρυθμα που τα χρησιμοποιούνε οι βοσκοί του Ψηλορείτη διακοσμημένα με διάφορα ξόμπλια…
"Να φύγεις παιδί μου από το χωριό, μα όπου κι αν πας θα ζήσεις" μου είπε μια μέρα ο μπάρμπα Κοκόλης ο πιο γραμματιζούμενος του χωριού.
Αφορμή της προτροπής ήταν ένα γλυπτό δουλεμένο σε μαλακή πέτρα, τούτο το έργο ήταν η αφορμή να γίνω δημόσιος υπάλληλος στην Αρχαιολογία…
Έτσι, ένας νεαρός βοσκός του Ψηλορείτη, με τη βοήθεια και της τυχαίας, όπως παρουσιάζεται στην επόμενη ενότητα, και καθοριστικής για την πορεία της ζωής του συνάντησης με τον τότε Διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου, Σπυρίδωνα Μαρινάτου, εξελίσσεται σε μεγάλο καλλιτέχνη, δημιουργό και εργάτη του πνεύματος…

Ο πατέρας του
